- καταπέτασμα
- καταπέτασμαcurtainneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καταπέτασμα — το (AM καταπέτασμα) [καταπετάννυμι] καθετί που καταπετάννυται, που αφήνεται να απλωθεί, να πέσει από πάνω προς τα κάτω, παραπέτασμα, ή που χρησιμεύει για κάλυψη, σκέπασμα νεοελλ. φρ. «τρώω το καταπέτασμα» α) (για αδηφάγους ή άρπαγες) τρώω πάρα… … Dictionary of Greek
καταπέτασμα — το, ατος χρησιμοποιείται στη φράση «Έφαγε το καταπέτασμα», που σημαίνει έφαγε πάρα πολύ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
καταπετασμάτων — καταπέτασμα curtain neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταπετάσμασι — καταπέτασμα curtain neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταπετάσμασιν — καταπέτασμα curtain neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταπετάσματα — καταπέτασμα curtain neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταπετάσματι — καταπέτασμα curtain neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταπετάσματος — καταπέτασμα curtain neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταπετάσματ' — καταπετάσματα , καταπέτασμα curtain neut nom/voc/acc pl καταπετάσματι , καταπέτασμα curtain neut dat sg καταπετάσματε , καταπέτασμα curtain neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άγια των Αγίων — Έτσι ονομάζεται στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη, το τμήμα του ναού που βρίσκεται μέσα από το καταπέτασμα της σκηνής του μαρτυρίου και στο οποίο έμπαινε ο αρχιερέας μια φορά μόνο τον χρόνο για να προσφέρει εξιλαστήρια θυσία. Χωριζόταν από το… … Dictionary of Greek